Ουλές και συμφύσεις
Είναι σημαντική η διερεύνηση για ουλές και συμφύσεις στο σώμα καθώς επίσης για το αν κάποια από αυτές είναι, πιθανώς, το αίτιο μίας παθολογικής εκδήλωσης ή αν αποτελεί έναν ανασταλτικό παράγοντα στη διαδικασία της επούλωσης. Εκτός από τον ουλώδη ιστό που δημιουργήθηκε σε ένα τραύμα, είναι σημαντικό, επίσης, να εξεταστεί και οποιαδήποτε δομική ανισορροπία προέκυψε εξαιτίας αυτού του τραυματισμού (τραυματισμός στον κόκκυγα, στο ρινικό διάφραγμα, στην κλείδα, κ.ά.).
Κάποιοι παράγοντες που επηρεάζουν τη διαδικασία επούλωσης είναι η ηλικία, η διατροφή, η πήξη του αίματος, και η ατομική ικανότητα που έχει κάθε οργανισμός για αναγέννηση των ιστών. Η καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να ευνοήσει ή να καθυστερήσει την επούλωση. Το άγχος είναι επίσης ένας παράγοντας που επηρεάζει την ικανότητα του σώματος για ίαση.
Οι ουλές και οι συμφύσεις που δημιουργούνται μετά από τραυματισμούς ή χειρουργικές επεμβάσεις μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τη λειτουργικότητα του σώματος, προκαλώντας χρόνιο πόνο και δυσκαμψία. Η κατανόηση της διαδικασίας επούλωσης και η έγκαιρη αντιμετώπιση μέσω φυσικοθεραπείας και βελονισμού μπορούν να αποτελέσουν κλειδί για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών."
Η διαδικασία της επούλωσης μία πληγής στο δέρμα
Η διαδικασία της επούλωσης περιλαμβάνει 3 φάσεις. Η 1η φάση «υπόστρωμα» έχει να κάνει με τις πρώτες 3-4 μέρες μετά τη πληγή. Σε αυτή τη φάση, σε κυτταρικό επίπεδο, έχουμε τη φλεγμονώδη αντίδραση του οργανισμού. Προωθείται η πήξη του αίματος στα πληγέντα αγγεία, λευκοκύτταρα και μακροφάγα κατακλύζουν την περιοχή για να τη καθαρίσουν από άχρηστες ουσίες, νεκρά κύτταρα και βακτήρια, και αναστέλλεται η παραγωγή κολλαγόνου. Η 2η φάση «αύξηση» (10-14 μέρες μετά την πληγή) έχει σαν στόχο την αναγέννηση της επιδερμίδας, τη δημιουργία νέων αγγείων και το πολλαπλασιασμό των ινοβλαστών για την αύξηση της παραγωγής κολλαγόνου. Η τελική φάση «αναδιαμόρφωση» πραγματοποιείται μέσα σε 6-12 μήνες. Μέσα σε αυτό το διάστημα μία πιο σταθερή μορφή κολλαγόνου εναποτίθεται στην περιοχή για να δημιουργήσει την ουλή. Σε μερικές περιπτώσεις, παράγεται τόσο πολύ κολλαγόνο στην πληγή, με αποτέλεσμα να έχουμε μία υπερτροφική και ανυψωμένη ουλή, η οποία ξεπερνά τα όρια του αρχικού τραύματος.
Η επίδραση που έχει ο ουλώδης ιστός στο σώμα δεν είναι ακόμα πλήρως αντιληπτή. Η διαδικασία της επούλωσης και του σχηματισμού ουλώδους ιστού σε ένα τραύμα είναι αυτό που θα σώσει τον άνθρωπο.
Όταν μία πληγή στο δέρμα αντικαθίσταται από ουλώδη ιστό, ¨γεμίζει¨ από ένα πυκνό, ινώδες, συνδετικό ιστό. Αυτή η μορφή συνδετικού ιστού δεν είναι το ίδιο ελαστική και δε διαθέτει τόσα αγγεία όσο ένας μυς ή κάποιος άλλος ιστός του σώματος. Ο οργανισμός προσπαθεί να αποκαταστήσει την απώλεια αιμοφόρων αγγείων με καινούργια, αλλά η αναγέννηση αυτή δεν είναι αρκετή ώστε να τραφούν οι νέοι ιστοί που δημιουργήθηκαν από το τραύμα. Αυτός ο συνδυασμός νέου ανελαστικού ιστού και ανεπαρκής αιμάτωσης, που σημαίνει λιγότερο οξυγόνο και θρεπτικές ουσίες για τους ιστούς, τείνει να δημιουργεί συμφύσεις. Αυτές οι συμφύσεις έλκουν (τραβάνε) τους γειτονικούς υγιείς ιστούς, με συνέπεια την παρεμπόδιση της εύρυθμης λειτουργίας κάποιου μυ ή οργάνου σε αυτή τη περιοχή. Η κατάσταση αυτή μπορεί να επηρεάσει τη σκελετική δομή, την πέψη, την κυκλοφορία του αίματος και της λέμφου, την αναπνοή ή οποιαδήποτε άλλη λειτουργία του οργανισμού, ανάλογα με τη θέση της ουλής και της σύμφυσης κάτω από αυτή.
Δε δημιουργούν όλες οι ουλές προβλήματα στο σώμα. Μία ουλή μπορεί να προκαλέσει διαταραχές όταν η σύμφυση δεν έχει επουλωθεί τελείως και παραμένει ο ερεθισμός στην περιοχή (ακόμα και για χρόνια). Συνήθως, τα επακόλουθα προβλήματα μία ουλής είναι πιο μακριά από αυτή και εμφανίζονται αρκετό καιρό μετά τον τραυματισμό ή τη χειρουργική επέμβαση.
Επούλωση σε ουλές και συμφύσεις με φυσικοθεραπεία και βελονισμό
Μία ουλή μπορεί να προκαλέσει διαταραχές όταν η σύμφυση δεν έχει επουλωθεί τελείως και παραμένει ο ερεθισμός στην περιοχή (ακόμα και για χρόνια). Η θεραπεία για την επούλωση των συμφύσεων συχνά χαλαρώνει την ένταση των τοπικών συμπτωμάτων. Για την επούλωση των ουλών και των συμφύσεων εφαρμόζεται ο βελονισμός, η ενδοδιαθερμία Tecar, η εστιασμένη ακουστική δόνηση και η ηλεκτροθεραπεία.
Μπορεί ο ουλώδης ιστός να αποτελεί παράγοντα παθογένειας;
Ο ουλώδης ιστός μπορεί να επηρεάσει τη λειτουργία του σώματος με πολλούς τρόπους. Μία απλή εξήγηση είναι η ανατομία της περιοχής. Κάποια ουλή μπορεί να ασκεί άμεση πίεση σε ανατομικές δομές προκαλώντας ερεθισμό και διαταραχή στη λειτουργία. Τέτοιες ουλές συνήθως είναι οι χηλοειδείς ή υπερτροφικές ουλές.
Πώς μπορεί μια ουλή να δημιουργήσει χρόνια προβλήματα;
Καθώς η ουλή που έχει δημιουργηθεί τραβάει το δέρμα και το μυϊκό ιστό, ασκείται παράλληλα και μία πίεση στο συνδετικό ιστό γύρω από τα όργανα και μερικές φορές και στα ίδια τα όργανα. Η κυκλοφορία του αίματος και της λέμφου περιορίζεται, ο συνδετικός και ο μυϊκός ιστός αποδυναμώνονται, και η λειτουργία του οργάνου δυσχεραίνει.
Με το τράβηγμα και το σφίξιμο που γίνεται στο δέρμα και στους μυϊκούς ιστούς μετά από μία χειρουργική επέμβαση (ή μετά από κάποιο τραυματισμό) γύρω από τους τένοντες, τους συνδέσμους και το σκελετό, μπορεί να προκύψουν αλλαγές στη στάση του σώματος, να επιβαρυνθεί η λειτουργία κάποιας άρθρωσης και να πιεστεί νευρικός ιστός, με αποτέλεσμα, ενδεχομένως, πόνο, παραισθησία, μούδιασμα, κ.ά. Η αλλαγή στη στάση του σώματος, από μόνη της, μπορεί να προκαλέσει πρόβλημα στη λειτουργία των εσωτερικών οργάνων.
Ο συνδετικός ιστός στο σώμα λειτουργεί σαν μία ενότητα. Συνεπώς, οποιαδήποτε επίδραση, σύσπασης ή χαλάρωσης σε οποιοδήποτε σημείο θα επηρεάσει και το υπόλοιπο. Ο συνδετικός ιστός αντιδρά στον τραυματισμό ή στην επέμβαση συνολικά, σαν ένα μπαλόνι. Αν κάποιος ασκήσει πίεση σημειακά με το δάχτυλο σε ένα φουσκωμένο μπαλόνι, η παραμόρφωση που προκαλείται θα είναι αισθητή σε όλο το μπαλόνι και όχι μόνο στην περιοχή που ασκήθηκε η πίεση.
Η αναγνώριση και η θεραπεία των ουλών και των συμφύσεων αποτελούν σημαντικό βήμα στην αντιμετώπιση του χρόνιου πόνου και της λειτουργικής δυσχέρειας που προκαλούν. Μέσω προηγμένων θεραπευτικών μεθόδων όπως ο βελονισμός και η φυσικοθεραπεία, είναι δυνατόν να επιτευχθεί σημαντική βελτίωση στην επούλωση και στη μείωση του πόνου, ενισχύοντας την κινητικότητα και την ποιότητα ζωής.
Προβλήματα μετά από χειρουργικές επεμβάσεις
Οι επεμβάσεις μαστού μπορεί να δημιουργήσουν πόνο και σφίξιμο γύρω από τη χειρουργική ουλή εξαιτίας συμφύσεων. Η κινητικότητα του άνω άκρου είναι πιθανό να μειωθεί και να επηρεαστεί όλο το μυϊκό σύστημα του ώμου και της πλάτης. Μερικές φορές η δυσφορία και ο πόνος στην περιοχή γίνονται αισθητά ακόμα και με τη βαθιά εισπνοή. Οι ιστοί που έχουν αφαιρεθεί είτε είναι μυϊκοί και συνδετικοί ιστοί είτε λεμφαδένες μπορεί να επηρεάσουν τη λεμφική παροχέτευση του άνω άκρου και να εμφανίζεται λεμφοίδημα στο χέρι. Η θεραπεία έχει σαν στόχο την επούλωση των ιστών, την αποφυγή των συμφύσεων και την ανακούφιση από την ευαισθησία ή πόνο στην περιοχή της ουλής. Προλαμβάνεται και αντιμετωπίζεται το λεμφοίδημα του άνω άκρου, χαλαρώνουν οι μυϊκοί σπασμοί στα πλευρά, στο στήθος και στην πλάτη και αποκαθίσταται η λειτουργικότητα του άνω άκρου.
Άλλες χειρουργικές επεμβάσεις στη γυναίκα, όπως η καισαρική τομή, η αφαίρεση κύστης ή κάποιου οργάνου, κ.ά. μπορούν να επηρεάσουν αρχικά μέσω των ουλών και των συμφύσεων που θα δημιουργηθούν. Η αντιμετώπιση των συμφύσεων, και η ενίσχυση της κυκλοφορίας του αίματος και της λέμφου στην περιοχή που έχει γίνει η επέμβαση είναι η πρώτη θεραπευτική παρέμβαση ώστε να επουλωθούν πλήρως οι ιστοί. Ενοχλήσεις και πόνοι που ενδέχεται να έχουν δημιουργηθεί μετά την επέμβαση αξιολογούνται και εκτιμάται η πιθανότητα κάποιας σκελετικής ανισορροπίας που μπορεί να συμβάλει στον πόνο ή στην παρεμπόδιση της επούλωσης. Είναι επίσης πιθανό ο τραυματισμός των ιστών που προκάλεσαν οι τομές να έχει επηρεάσει το μυϊκό σύστημα του πυελικού εδάφους και να παρουσιάζει υποτονία ή υπερτονία με τις ακόλουθες επιπτώσεις που έχει μία τέτοια κατάσταση και θα πρέπει να συμπεριληφθεί στο θεραπευτικό πλάνο. Η αφαίρεση κάποιου οργάνου είναι πιθανό να προκαλέσει με τον καιρό πρόπτωση πυελικών οργάνων, οπότε η γυναίκα ενδέχεται στο μέλλον να παρουσιάσει πόνο στην πύελο ή χαμηλά στη μέση, νευροαγγειακή συμπίεση του μηρού ή ακράτεια.